Κεφάλαιο 10 - Η σχολική διαμεσολάβηση : εκπαιδεύοντας τους μαθητές στη διαχείριση του σχολικού εκφοβισμού
2. 10.1.1 Ορισμός και οριοθέτηση της διαδικασίας της σχολικής διαμεσολάβησης
Η διαμεσολάβηση ανήκει στο φάσμα των μορφών επίλυσης των συγκρούσεων (conflict resolution) οι οποίες επιδιώκουν την όσο το δυνατό μεγαλύτερη ικανοποίηση των διαφωνούντων μέσα από ένα δίκαιο αποτέλεσμα. Είναι μία κλιμακούμενη διαδικασία και μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο σε μικρά όσο και σε μεγάλα προβλήματα (Pynchon, 2012). Η εκπαίδευση στη σχολική διαμεσολάβηση εναρμονίζεται με τις νέες εκπαιδευτικές, αλλά και γενικότερες ανάγκες, οι οποίες συνίστανται στη δημιουργία ενός συνεργατικού σχολείου (cooperative school) μέσα στο οποίο οι μαθητές θα καλλιεργήσουν δεξιότητες συνεργασίας και εποικοδομητικού διαλόγου. Σε αυτή τη λογική βασίζεται και η διαδικασία της μεσολάβησης συνομηλίκων ή αλλιώς σχολικής διαμεσολάβησης, η οποία εμφαίνει στη φωνή του μαθητή (student voice) συμφωνώντας με τους ανθρωπιστικούς ψυχολόγους, που υποστηρίζουν πως το παιδί μαθαίνει να διαχειρίζεται τους φόβους και τα αρνητικά του συναισθήματα μέσα σ’ ένα πλαίσιο ενσυναίσθησης, αποδοχής και γνησιότητας. Μέσα σ’ ένα τέτοιο περιβάλλον πραγματώνεται και η σχολική διαμεσολάβηση.
✔ Τί είναι όμως η σχολική διαμεσολάβηση;
Σύμφωνα με την Αρτινοπούλου (2010:60)
«η διαμεσολάβηση συνομηλίκων (peer mediation) ή σχολική διαμεσολάβηση (school-based mediation) αποτελεί μια μορφή διαμεσολάβησης και ειρηνικής επίλυσης συγκρούσεων, η οποία οργανώνεται και εφαρμόζεται εντός του σχολικού πλαισίου, μεταξύ των μαθητών, ως εναλλακτική πρακτική που αντικαθιστά το πειθαρχικό σύστημα της τιμωρίας».
Πιο συγκεκριμένα η έννοια της σχολικής διαμεσολάβησης ορίζεται:
«ως η διαδικασία ειρηνικής επίλυσης μιας σύγκρουσης στο πλαίσιο της σχολικής ζωής, μεταξύ δύο ή περισσότερων διαφωνούντων μαθητών με τη βοήθεια ενός τρίτου και ουδέτερου μαθητή -του λεγόμενου διαμεσολαβητή- μέσα από μια δομημένη διαδικασία με σαφή όρια, ενεργητική συμμετοχή και άμεση επικοινωνία μεταξύ των μερών με σκοπό μια εποικοδομητική επίλυση της διαφωνίας» (Αρτινοπούλου, 2010:60-61).
Από τα παραπάνω συνάγεται εύλογα πως όταν κάνουμε λόγο για σχολική διαμεσολάβηση -και πιο συγκεκριμένα για εκπαίδευση πάνω στη σχολική διαμεσολάβηση- αναφερόμαστε στον τρόπο με τον οποίο θα εκπαιδευτούν οι μαθητές που αξιολογούνται ως κατάλληλοι και ικανοί [1] , προκειμένου να αποκτήσουν τις απαραίτητες δεξιότητες για να λειτουργήσουν ως διαμεσολαβητές.
Άσκηση 1 / Κεφάλαιο 10
Προαιρετικά, μέσω του αντίστοιχου θέματος στην Ομάδα συζητήσεων για δραστηριότητες
«Οι γκρίζες ζώνες της αποκαταστατικής δικαιοσύνης», Β. Αρτινοπούλου
[απόσπασμα]
1. Διευκρινίζοντας τους όρους
Απόπειρες ορισμών έχουν γίνει πολλές (Marshall 1999• Paul McCord 1996• United Nations, 1999). Άλλοι ορισμοί τονίζουν την έννοια της διαδικασίας (process) κατά την οποία όλες οι πλευρές που σχετίζονται με ένα συγκεκριμένο έγκλημα συγκεντρώνονται με στόχο να αντιμετωπίσουν συλλογικά τις συνέπειες της πράξης και τις επιπλοκές στο μέλλον (Paul Mc Cord). Άλλοι τονίζουν τις «αξίες» της αποκαταστατικής δικαιοσύνης, όπως η λογοδοσία των θυτών στα θύματα, η αποκατάσταση της ζημίας ή βλάβης, η επανένταξη των δραστών στην κοινότητα, ο σεβασμός στον διάλογο κ.α. Σημαντική –εννοιολογική και λειτουργική - είναι η διάκριση της αποκαταστατικής δικαιοσύνης σε ουσιαστική και δικονομική από τον Αλεξιάδη. Η μόνη συμφωνία που υπάρχει στη βιβλιογραφία σήμερα είναι ότι δεν υπάρχει συμφωνία για το τί είναι αποκαταστατική δικαιοσύνη. Πρόκειται για μια «έννοια –ομπρέλα» που περιλαμβάνει ποικιλία πρακτικών, όπως διαμεσολάβηση, συνεδρίες σε κύκλους ή/και στο πλαίσιο των τοπικών κοινωνιών, χωρίς έναν καθολικά αποδεκτό ορισμό.
Ωστόσο, για αναλυτικούς λόγους επισημαίνουμε τα κοινά στοιχεία των ορισμών που έχουν έως σήμερα διατυπωθεί:
α. Η αποκαταστατική δικαιοσύνη στοχεύει στη συμπλήρωση, την αλλαγή ή/και τον μετασχηματισμό του κυρίαρχου συστήματος της ποινικής δικαιοσύνης.
β. Η αποκαταστατική δικαιοσύνη αντιμετωπίζει το έγκλημα όχι ως μια αφηρημένη και θεωρητική έννοια, ως πράξη κατά του κράτους, αλλά ως βλάβη και παραβίαση των διαπροσωπικών σχέσεων.
γ. Άρα, η δικαιοσύνη οφείλει και πρέπει να είναι επανορθωτική ή αποκαταστατική με στόχο την επανόρθωση της ζημίας ή του κακού που έχει προκληθεί από τον δράστη στα θύματα.
δ. Η αποκαταστατική δικαιοσύνη είναι μια ειδική μέθοδος χειρισμού του εγκλήματος που φέρνει κοντά ή μαζί τον δράστη, το/τα θύματά του, τις οικογένειές τους και τους φίλους τους, για να συζητήσουν τις επιπτώσεις του γεγονότος και τα βήματα που πρέπει να γίνουν για να αποκατασταθεί το κακό ή η βλάβη που προξένησε ο δράστης.
Γενικές αρχές της αποκαταστατικής δικαιοσύνης είναι η αποκατάσταση των θυμάτων και των κοινοτήτων, η προώθηση της επανένταξης των δραστών καθώς και η αποκατάσταση των σχέσεων μεταξύ δράστη, θύματος και τοπικών κοινωνιών. Συγκριτικά δε με τις «κλασικές» μορφές απονομής δικαιοσύνης, η αποκαταστατική δικαιοσύνη –σύμφωνα με τους υποστηρικτές της- φαίνεται να έχει περισσότερο «δημοκρατικό», πλουραλιστικό και καινοτόμο χαρακτήρα, επειδή τα ενδιαφερόμενα μέρη αξιολογούν και συναποφασίζουν το αποτέλεσμα, έχουν δυνατότητα επιλογής του αποτελέσματος ή των ποινών, και επειδή –τελικά- συμβάλλει στην εμπέδωση του αισθήματος δικαίου στην κοινότητα.
Αρτινοπούλου Β. (2009). Οι γκρίζες ζώνες της αποκαταστατικής δικαιοσύνης. The art of crime: www.theartofcrime.gr
✔ Ποιοι είναι οι στόχοι της σχολικής διαμεσολάβησης και γιατί είναι προτιμότερη έναντι των παραδοσιακών τρόπων διαχείρισης των συγκρούσεων;
Όπως προκύπτει και από τον συσχετισμό της αποκαταστατικής δικαιοσύνης με τη διαμεσολάβηση, πρόκειται για μια διαδικασία εναλλακτική, η οποία αποτελεί έναν νέο τρόπο προσέγγισης στην επίλυση και διαχείριση των σχολικών προβλημάτων μέσα σ’ ένα πλαίσιο περισσότερο φιλελεύθερο και δημοκρατικό. Τόσο ο θύτης όσο και το θύμα αντιμετωπίζονται με αντικειμενικότητα και σεβασμό από τον διαμεσολαβητή.
Η κύρια στοχοθεσία της σχολικής διαμεσολάβησης θα μπορούσε να συνοψιστεί στα εξής :
i. Μείωση πειθαρχικών προβλημάτων και αποβολών
ii. Απελευθέρωση εκπαιδευτικών από τον ρόλο της «αστυνόμευσης» των μαθητών
iii. Μείωση των βίαιων και αντικοινωνικών συμπεριφορών και αποφυγή διάλυσης των φιλικών σχέσεων
iv. Κλίμα συνεργασίας, αυτονομίας και εποικοδομητικού διαλόγου
v. Ενδυνάμωση ατομικότητας και ισότητας
vi. Εύρεση κοινά αποδεκτών λύσεων
vii. Ανάπτυξη στρατηγικών διαχείρισης μελλοντικών προβλημάτων
viii. Βελτίωση εν γένει της σχολικής καθημερινότητας.
(Αρτινοπούλου, 2010)
Μέσα από τη στοχοθεσία φαίνεται η έμφαση που δίνεται στην όσο το δυνατόν μεγαλύτερη ικανοποίηση και των δύο πλευρών- του θύτη και του θύματος. Παράλληλα εάν κανείς έχει στο μυαλό του την αποκαταστατική δικαιοσύνη, η οποία αποτελεί θεμέλιο της διαμεσολάβησης των συνομηλίκων, σε συνδυασμό με τους στόχους που μόλις παρουσιάστηκαν, αντιλαμβάνεται τους λόγους για τους οποίους οφείλει να επιλέγει αυτή τη διαδικασία έναντι παραδοσιακότερων τρόπων διαχείρισης.
Άσκηση 2 / Κεφάλαιο 10
Προαιρετικά, μέσω του αντίστοιχου θέματος στην Ομάδα συζητήσεων για δραστηριότητες
Πριν προχωρήσετε στη μελέτη των λόγων για τους οποίους η διαμεσολάβηση κρίνεται καταλληλότερη από παραδοσιακότερους τρόπους διαχείρισης των συγκρούσεων, διαβάστε το παρακάτω άρθρο από την εφημερίδα «το Βήμα» με τίτλο « Μαθητές σε ρόλο διαμεσολαβητή», της Δ. Κουκλάκη και προσπαθήστε να καταγράψετε τη διαδικασία εφαρμογής της τεχνικής και τους ρόλους που αναλαμβάνουν οι εμπλεκόμενοι κατά τη διαμεσολάβηση.
«Μαθητές σε ρόλο διαμεσολαβητή», Δ. Κουκλάκη
«Πριν από λίγο καιρό δύο παιδιά από την τάξη μου τσακώθηκαν. Είδα ότι ήταν έτοιμοι να πιαστούν στα χέρια και τους είπα ότι, αν θέλουν, μπορούν να βρουν λύση στη διαφωνία τους με άλλους τρόπους. Τελικά ήρθαν και συζητήσαμε ποιο ήταν το πρόβλημα μεταξύ τους, είπε ο καθένας τα επιχειρήματά του και το θέμα λύθηκε χωρίς ξύλο».
Στην παραπάνω περίπτωση τον ρόλο του... ειδικού διαμεσολαβητή είχε η Σ.Χ., μαθήτρια της Γ΄ Γυμνασίου. Στο διπλανό τμήμα της ίδιας τάξης, ο Α.Κ. προσπαθεί κι αυτός να προωθήσει το ειρηνευτικό πνεύμα, ακόμη κι όταν πρωταγωνιστής του καβγά είναι ο ίδιος! Η Θ.Ζ., από την Α΄ Λυκείου, δεν έχει τύχει μέχρι στιγμής να βρεθεί στη μέση κάποιου καβγά. Ωστόσο κάνει ό,τι μπορεί για την απομονωμένη συμμαθήτριά της που δεν την κάνει παρέα κανείς. Εδώ και δύο χρόνια η Σ., ο Α. και η Θ. είναι μέλη της... ειρηνευτικής δύναμης του σχολείου τους. Μαζί με άλλους 23 συμμαθητές τους εξελέγησαν, για να λάβουν ειδική εκπαίδευση σε ρόλο διαμεσολαβητή με σκοπό να αποφεύγονται οι καβγάδες και κυρίως οι σωματικές συγκρούσεις μεταξύ των παιδιών. Είναι οι πρώτοι διαμεσολαβητές που αναδείχθηκαν μέσα από το πιλοτικό πρόγραμμα «Διαμεσολάβησης Συνομηλίκων» το οποίο υλοποιείται από την αναπληρώτρια καθηγήτρια του Παντείου Πανεπιστημίου κυρία Βάσω Αρτινοπούλου, στην Ιωνίδειο Σχολή του Πειραιά. Είναι ένα πρόγραμμα το οποίο στοχεύει στη μείωση της σχολικής βίας σε όλες τις μορφές της.
Σήμερα έξι στους δέκα μαθητές αναφέρουν την ύπαρξη περιστατικών βίας στο σχολείο τους, ενώ τέσσερις στους δέκα αναφέρουν ότι έχουν πέσει θύματα αυτής της βίας! Όπως περιγράφουν τα παιδιά, ένας καλός διαμεσολαβητής πρέπει να ξέρει να ακούει χωρίς να παίρνει το μέρος του ενός ή του άλλου -ακόμη και αν πρόκειται για τον «κολλητό» του- να κρατάει μυστικά, ώστε οι άλλοι να τον εμπιστεύονται ότι δεν θα τους «καρφώσει» στον διευθυντή και να είναι πρόθυμος να βοηθήσει εθελοντικά στην επίλυση προβλημάτων. «Στο σχολείο οι συγκρούσεις είναι καθημερινές, κυρίως ανάμεσα στα αγόρια που πολλές φορές πιάνονται στα χέρια για πλάκα. Αυτό που προσπαθούμε εμείς είναι να προτείνουμε εναλλακτικές λύσεις ώστε να μη φτάνουμε στο ξύλο, στον διευθυντή και στην τιμωρία» λέει η Σ.
Η δουλειά του διαμεσολαβητή, βέβαια, δεν είναι εύκολη, αφού πολλές φορές στις «μάχες» πρωταγωνιστούν οι καλύτεροι φίλοι των παιδιών ή και οι ίδιοι. Ο Α. επισημαίνει: «Το πρόγραμμα μου έχει μάθει να συγκρατούμαι, όταν διαφωνώ με κάποιον. Αλλά δεν τα καταφέρνω πάντα, καμιά φορά παρασύρομαι και μπαίνω στον καβγά». Σε τέτοιες περιπτώσεις αναλαμβάνουν δράση οι άλλοι διαμεσολαβητές.
Κάθε μέλος της ειρηνευτικής ομάδας πέρασε από 16ωρη εκπαίδευση: «Στη διάρκεια της εκπαίδευσης συζητήσαμε τεχνικές επικοινωνίας και δεξιότητες διαλόγου, κάναμε θεατρικό παιχνίδι και παιχνίδια ρόλων όπου οι μαθητές δημιουργούσαν περιστατικά συγκρούσεων, ενθαρρύνονταν να χρησιμοποιούν τις δεξιότητες, όπως το να ακούν τον συνομιλητή τους και να μπαίνουν στη θέση του. Ταυτόχρονα συζητούσαμε σχετικά με διάφορα πραγματικά περιστατικά, αλλά και γενικότερα θέματα για τη βία και τη δικαιοσύνη» αναφέρουν οι ερευνήτριες κυρίες Χριστίνα Καλαβρή και Ηρώ Μιχαήλ, οι οποίες είχαν αναλάβει να εκπαιδεύσουν τους 26 μικρούς διαμεσολαβητές.
Οι εκπαιδεύτριες έφτιαξαν ένα «Πρωτόκολλο Ειρηνικής Επίλυσης Διαφορών και Μη Χρήσης Βίας» που χρησιμοποιούν οι διαμεσολαβητές.
(Το Βήμα, 28/04/2010)
Ανακτήθηκε από : http://www.tovima.gr/society/article/?aid=328468
✔ Παρακάτω παρουσιάζονται οι λόγοι για τους οποίους η διαμεσολάβηση αποτελεί ασφαλιστική δικλείδα για την περιστολή της σχολικής βίας
Πολλοί από τους λόγους που θα αναπτυχθούν στο συγκεκριμένο σημείο θίγονται στο παραπάνω άρθρο. Αρχικά όλα τα μέλη συμμετέχουν ισότιμα στη διαδικασία. Το καθένα χωριστά εκφράζει τη δική του θέση, χωρίς να δέχεται κριτική, εκφράζει τα συναισθήματά του, τις ανάγκες του και διερευνώνται από κοινού τρόποι επίλυσης των προβλημάτων. Η απόφαση που θα ληφθεί στο τέλος θα πρέπει να είναι κοινώς αποδεκτή και να ικανοποιεί σε επαρκή βαθμό τόσο τον θύτη όσο και το θύμα. Παράλληλα, το σχολείο ως εκπαιδευτικός θεσμός και φορέας κοινωνικοποίησης των μαθητών οφείλει να καλλιεργεί ένα κλίμα ασφάλειας, ισότητας και δικαιοσύνης, το οποίο πρέπει να εφαρμόζεται ακόμα και σε περιπτώσεις διαχείρισης βίαιων περιστατικών. Έτσι, η μέθοδος της επανορθωτικής δικαιοσύνης καλλιεργεί στα παιδιά- θύτες θετικά συναισθήματα και τα βοηθάει να συνειδητοποιήσουν πως η πράξη τους δεν βλάπτει μόνο τα ίδια ή το θύμα, αλλά και ολόκληρη τη μαθητική κοινότητα. Επομένως, δεν αισθάνονται ότι γίνονται αντικείμενο εκδίκησης, το οποίο μετουσιώνεται σε αποβολή ή διαφορετική ποινή, αλλά μέσα από τον εποικοδομητικό διάλογο και τις «αρχές της διαβουλευτικής δημοκρατίας στη συλλογική λήψη αποφάσεων» (Αρτινοπούλου, 2010:66) κατανοούν το λάθος τους και βρίσκουν μια κοινώς αποδεκτή λύση. Άλλωστε, η διαφορά της σχολικής διαμεσολάβησης από την παραδοσιακή τιμωρία έγκειται στο
«ότι η τιμωρία είναι η άμεση απάντηση που κάνει τον δράστη να μην στοχαστεί την πράξη του, καθώς δεν έχει συνέπειες που τον κρατούν υπόλογο στην κοινότητα, ενώ μπορεί να αντιδράσει με την υιοθέτηση παραβατικής συμπεριφοράς και στο μέλλον. Παράλληλα, οι αποβολές δε συνοδεύονται από εκπαιδευτικές δραστηριότητες ή ευκαιρίες επανόρθωσης της πράξης».
(Αρτινοπούλου, 2010: 68).
Πρόκειται, λοιπόν, για παθητικούς τρόπους διαχείρισης των συγκρούσεων, σε αντίθεση με τη διαμεσολάβηση, η οποία αποτελεί μια ενεργητική διαδικασία στην οποία και οι δύο διαφωνούντες παρευρίσκονται με τη θέλησή τους, αποσκοπώντας στην ουσιαστική βελτίωση της σχέσης και της μεταξύ τους επικοινωνίας. Η διαμεσολάβηση, λοιπόν, θεωρείται εφικτή, όταν τόσο ο θύτης όσο και το θύμα εκούσια συμφωνήσουν να δεχθούν διαμεσολάβηση και ο διαμεσολαβητής είναι ικανός να παραμείνει «ουδέτερος». Εάν αυτό είναι δυνατό, τότε η συζήτηση για τη διένεξη και η εύρεση λύσης στη διαμάχη μπορεί να είναι αποτελεσματική.
[1] Βλ. Ενότητα 10.2.4. Δεξιότητες του διαμεσολαβητή[2] Πηγή: http://www.scmediation.org/wp-content/uploads/2014/09/puzzle.jpg