Κεφάλαιο 1 - Εννοιολογική οριοθέτηση του φαινομένου της σχολικής βίας και του εκφοβισμού: Διάγνωση και διαστάσεις του φαινομένου
1.1.1 Ορισμός και οριοθέτηση του φαινομένου της σχολικής βίας και του εκφοβισμού (ΣΒΕ)
Το πρόβλημα της σχολικής βίας και του εκφοβισμού (ΣΒΕ) παρατηρείται όλο και περισσότερο στις σύγχρονες κοινωνίες με σοβαρές επιπτώσεις για την ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και του εφήβου αλλά και για τη διαδικασία της μάθησης (Smith et al., 2004· Georgiou & Stavrinides, 2008· Stavrinides, et al., 2010). Οι έννοιες σχολικός εκφοβισμός και βία μπορούν να γίνουν κατανοητές ως ένα πεδίο «αντικοινωνικών» συμπεριφορών στον χώρο του σχολείου και μορφές κακοποίησης (Dawkins,1995), κυμαινόμενων από την αντίθεση, τη διαφορετικότητα και τον εκφοβισμό μέχρι τις βίαιες επιθέσεις (Αντωνίου, 2008).
Παρά τον μεγάλο αριθμό των ερευνητικών μελετών που έχουν διεξαχθεί τόσο
στον ελληνικό όσο και στον διεθνή χώρο αναφορικά με το φαινόμενο της ΣΒΕ
(Pateraki &Houndoumadi, 2001), ο εκφοβισμός και η θυματοποίηση των
μαθητών στο σχολείο, αποτελεί μια σχετικά νέα περιοχή έρευνας αλλά και
επιτακτικής ανάγκης λόγω της μεγάλης εμφανισιμότητάς του. Το φαινόμενο
αυτό μελετήθηκε για πρώτη φορά το
1978 στο Πανεπιστήμιο του Bergen στη Νορβηγία από τον Σουηδό καθηγητή
ψυχολογίας Dan Olweus. Αφορμή αποτέλεσε η αυτοκτονία τριών θυμάτων,
περίπτωση στην οποία ο εκφοβισμός αναγνωρίστηκε ως κοινωνικό ζήτημα ενώ
το 1987, εννιά χρόνια μετά, εμφανίζεται ο σχετικός όρος «bullying» σε πολλά επιστημονικά περιοδικά (Βασιλείου, 2005).Στην Ελλάδα ο όρος «bullying» χρησιμοποιείται για να δηλώσει κυρίως τον εκφοβισμό και τη θυματοποίηση (Αρτινοπούλου, 2001).
Στην
Ελλάδα το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού έχει λάβει ανησυχητικές
διαστάσεις και, σύμφωνα με ερευνητικά δεδομένα, τουλάχιστον 10%-15% των
μαθητών είναι θύματα συστηματικής βίας από συμμαθητές τους, ενώ το 5%
παραδέχονται ότι ασκούν βία (με συντριπτική πλειοψηφία των αγοριών στην
άσκηση σωματικής βίας σε σύγκριση με τα κορίτσια που επιδίδονται
περισσότερο στον κοινωνικό εκφοβισμό). Παράλληλα, ένας μεγάλος αριθμός
του μαθητικού πληθυσμού φαίνεται να αποτελεί τους μάρτυρες στα
περιστατικά σχολικού εκφοβισμού (Ε.Ψ.Υ.Π.Ε., 2008• Pateraki &
Houndoumadi, 2001• Sapouna, 2008). Τα αγόρια εμφανίζονται να είναι πιο
επιθετικά, καθώς η εμπλοκή τους σε περιστατικά βίας είναι 3 προς 1
έναντι των κοριτσιών. Η Ελλάδα βρίσκεται στην τέταρτη θέση στα
περιστατικά σχολικού εκφοβισμού με ποσοστό 31,98%, σύμφωνα με έρευνα του
«Χαμόγελου του Παιδιού», η οποία διεξήχθη σε 16.227 μαθητές, σε έξι
χώρες της Ευρώπης (Λιθουανία: 51,65%, Εσθονία: 50,20%, Βουλγαρία:
34,66%). Τα περιστατικά αναφέρονται σε λεκτική και σωματική βία, αλλά
και σε επικοινωνία στο διαδίκτυο με απειλητικό και υβριστικό
περιεχόμενο. Παρά την εμφάνιση του φαινομένου από το 1990 στην Ευρώπη,
δεν αντιμετωπίστηκε με τη δέουσα προσοχή, ενώ στην Ελλάδα οι πρώτες
έρευνες ξεκίνησαν τη δεκαετία του 2000 (Αρτινοπούλου, 2001). Η αργοπορία
αυτή στη διεξαγωγή ερευνητικών μελετών πιθανόν να οφείλεται και στην
αντιμετώπιση του φαινομένου ως θέμα «ταμπού» για την ελληνική κοινωνία
(Andreou, 2000). Ως εκ τούτου, σήμερα παρουσιάζει μια ανησυχητική
αυξητική τάση, χωρίς να διαθέτουν γονείς και εκπαιδευτικοί το κατάλληλο
γνωστικό οπλοστάσιο προκειμένου να στηρίξουν τα παιδιά (Αρτινοπούλου,
2001).
Η παρούσα ενότητα αποσκοπεί στην οριοθέτηση του προβλήματος της σχολικής
βίας και του εκφοβισμού για την κατανόηση των
χαρακτηριστικών και της έκτασης του φαινομένου, προκειμένου οι
εκπαιδευτικοί να είναι σε θέση να λαμβάνουν μέτρα πρόληψης και
αντιμετώπισής του.
Ο σχολικός εκφοβισμός έχει επικρατήσει με τον αγγλικό
όρο «bullying« μιας και στην Ελληνική γλώσσα και βάσει ελληνικής
βιβλιογραφίας αποδίδεται με διάφορες ονομασίες όπως «εκφοβισμός
/θυματοποίηση», «Σχολικός εκφοβισμός», «σχολική επιθετικότητα»,
«κακοποίηση
συνομηλίκου», «άσκηση βίας από μαθητή σε μαθητή», «κάνω το μάγκα»,
«ταλαιπωρώ», «μειώνω», «είδος επιθετικής συμπεριφοράς», «αντικοινωνική
συμπεριφορά»,«αντικοινωνική-επιθετική συμπεριφορά μεταξύ μαθητών στο
χώρο του σχολείου» (Παραδεισιώτη & Τζιόγκουρος, 2008:3). Στο παρόν
θα χρησιμοποιούμε τον όρο «σχολική βία και εκφοβισμός», ο οποίος
αποτυπώνει και προσδιορίζει όλες τις
μορφές εκδήλωσης φαινομένων σχολικού εκφοβισμού και επιθετικών
ενεργειών.
Οι έννοιες σχολική βία και εκφοβισμός έχουν αποδοθεί με διάφορους ορισμούς. Ο Roberts (2006:14) ορίζει τον σχολικό εκφοβισμό ως ένα συνδυασμό λεκτικών και σωματικών επιθέσεων και κακοποιήσεων, που απευθύνονται από έναν δράστη-θύτη («εκφοβιστή») (the bully) σε ένα στόχο (το θύμα) [1]. Επιπλέον ο σχολικός εκφοβισμός έχει οριστεί ως η πραγμάτωση σκόπιμων, επαναλαμβανόμενων,βλαβερών ενεργειών, ή λέξεων, ή άλλου είδους συμπεριφοράς, όπως βρισιές, απειλές, οι οποίες διαπράττονται από ένα παιδί ή ομάδα παιδιών ενάντια σε ένα άλλο παιδί ή ομάδα παιδιών. Ενώ σύμφωνα με τους Smith & Sharp (1994:1) πρόκειται για μία συμπεριφορά, η οποία συνιστά συστηματική κατάχρηση εξουσίας και υποδηλώνει μια επιθυμία για εκφοβισμό και κυριαρχία. Οι Smith, Schneider, Smith, and Ananiadou (2004:547) έχουν ορίσει τον σχολικό εκφοβισμό «ως ένα ιδιαίτερο εχθρικό είδος επιθετικής συμπεριφοράς το οποίο διακρίνεται από επαναλαμβανόμενες πράξεις εναντίον πιο αδύναμων θυμάτων που δεν μπορούν να υπερασπιστούν τον εαυτό τους». Σύμφωνα με τον Olweus (1993, 1997), ο οποίος είναι πρωτοπόρος στην έρευνα για τη διερεύνηση του φαινομένου του εκφοβισμού, ο σχολικός εκφοβισμός και η βία αποτελούν φαινόμενο που παρατηρείται όταν ένα παιδί «εκτίθεται, κατ' επανάληψη και σε διάρκεια χρόνου, σε αρνητικές πράξεις από ένα ή περισσότερα άτομα». Ο Olweus διακρίνει τον σχολικό εκφοβισμό ως μια υποκατηγορία της επιθετικής συμπεριφοράς, διαχωρίζοντάς τον μ'αυτόν τον τρόπο από τη βίαιη συμπεριφορά, αν και σε πολλές περιπτώσεις είναι επικαλυπτόμενες.
Βάσει της διατύπωσης αυτής του Olweus, θα πρέπει να σημειωθεί ότι όλες οι μορφές μαθητικής επιθετικότητας δεν αποτελούν εκφάνσεις της βίας στο σχολικό περιβάλλον. Η επιθετικότητα, η οποία αποτελεί αναπόσπαστο αλλά και οικουμενικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης, δεν αποτελεί πάντα μορφή εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Όπως για παράδειγμα στο πλαίσιο ενός παιχνιδιού στη σχολική αυλή, η έκφραση επιθετικότητας εξαιτίας μιας διαφωνίας δεν αποτελεί αυτόματα και μορφή εκφοβισμού. Αντίθετα, η επιθετικότητα μπορεί να εκφραστεί σε μορφές συμπεριφοράς κοινωνικά αποδεκτές, σε κάποιες περιπτώσεις, όταν εκδηλώνεται με τη μορφή του θάρρους της γνώμης, της διεκδίκησης, της πρωτοβουλίας, κ.λπ. Μάλιστα ο Olweus τονίζει τη διαφορά του σχολικού εκφοβισμού με το «πείραγμα» στο πλαίσιο ενός παιχνιδιού. Το «πείραγμα» εκδηλώνεται μεταξύ φίλων, δεν περιλαμβάνει την πρόκληση σωματικού πόνου των άλλων και ταυτίζεται με την έννοια του αστεϊσμού, ενώ και τα δύο μέρη φαίνεται να το απολαμβάνουν. Βέβαια είναι δυνατόν και το «πείραγμα» να μετατραπεί σε εκφοβισμό αν συμβαίνει για μεγάλο χρονικό διάστημα και το παιδί στο οποίο απευθύνεται αισθανθεί ότι οι πράξεις των άλλων δεν θεωρούνται αστείες και δεν γίνονται μέσα στα όρια του παιχνιδιού. Αντίθετα, με την έννοια του σχολικού εκφοβισμού αναφερόμαστε σε επιθετικές συμπεριφορές, οι όποιες στοχεύουν πάντα στην εμπρόθετη και επαναλαμβανόμενη τρομοκράτηση των πιο «αδύναμων» ενώ εμπλέκονται άτομα που δεν έχουν φιλικές σχέσεις.
Μολονότι οι ερευνητές αποδίδουν διαφορετικούς ορισμούς για το
σχολικό εκφοβισμό, ο Greene (2000 στο Griffin & Gross, 2004)
αναφέρει ότι υπάρχουν πέντε χαρακτηριστικά του σχολικού εκφοβισμού στα
οποία φαίνεται να συμφωνούν πολλοί ερευνητές:
- Εσκεμμένη αρνητική πράξη/ επιθετική συμπεριφορά
- Απρόκλητη επιθετική συμπεριφορά
- Επανάληψη
- Ανισορροπία δύναμης ή εξουσίας
- Εκδήλωση του φαινομένου μέσα σε οικείες κοινωνικές ομάδες
Με τον όρο «αρνητική πράξη» αναφερόμαστε σε ενέργειες που
ασκούνται από ένα άτομο ή από πολλά σε άλλο ή άλλα άτομα προκειμένου να
τους προκαλέσουν εσκεμμένη βλάβη ή να τους πληγώσουν συναισθηματικά είτε
ασκώντας σωματική ή λεκτική βία ή και με άλλες εχθρικές και επιθετικές
εκδηλώσεις. Οι εκδηλώσεις αυτές επιθετικής συμπεριφοράς γίνονται
απρόκλητα, χωρίς ο μαθητής που δέχεται εκφοβισμό να έχει προκαλέσει ή
εκδηλώσει κανένα είδος επιθετικότητας, λεκτικής ή σωματικής. Όσον
αφορά στο στοιχείο της επανάληψης, θα πρέπει να αποσαφηνισθεί ότι
αναφερόμαστε στη διάπραξη σχολικής βίας μόνο όταν το φαινόμενο είναι
επαναλαμβανόμενο και δεν αποτελεί μεμονωμένο γεγονός, όπως για
παράδειγμα ένας τυχαίος καβγάς ή μια λεκτική διαμάχη ανάμεσα σε μαθητές.
Επίσης το φαινόμενο της σχολικής βίας εκδηλώνεται σε καταστάσεις όπου
ενυπάρχει το
στοιχείο της ανισορροπίας δύναμης ή εξουσίας μεταξύ του παιδιού που
εκφοβίζει και του παιδιού που εκφοβίζεται, είτε πρόκειται για
αντικειμενική ανισότητα δύναμης (π.χ. σωματική) είτε για αντιληπτή (π.χ.
προσωπικότητας) (Χατζηγεωργίου & Αντωνίου, 2014). Επομένως δεν
μπορούμε να μιλάμε για «εκφοβισμό εάν οι εμπλεκόμενες δυνάμεις είναι
περίπου ίσης ισχύος, γιατί ο εκφοβισμός αφορά σε επίδειξη δύναμης μέσα
από την επιθετικότητα και την κυριαρχία του» (Αρτινοπούλου, 2001:164).
Σε κάθε περίπτωση πάντως, το παιδί που βιώνει τον
εκφοβισμό αδυνατεί να υπερασπιστεί τον εαυτό του (Farrington, 1995·
Smith &Brain, 2000). Επιπλέον, η εκδήλωση του φαινομένου θα
λαμβάνει χώρα μέσα σε οικείες κοινωνικές ομάδες όπου ήδη συμμετέχουν τα
παιδιά, όπως το σχολείο, οι αθλητικές ομάδες, κλπ. Και βέβαια οι πράξεις
σχολικού εκφοβισμού έχουν αποτέλεσμα ή θα μπορούσαν να έχουν ως
αποτέλεσμα σωματική βλάβη ή συναισθηματικές δυσκολίες (ψυχολογικές,
δυσκολίες συμπεριφοράς) πάνω στο παιδί όπου ασκούνται.
Πρόσφατα
ερευνητικά ευρήματα φαίνεται όμως να διαφωνούν ως προς την εννοιολόγηση
του σχολικού εκφοβισμού βάσει των προαναφερθέντων χαρακτηριστικών. Το
στοιχείο της επανάληψης αντικρούεται από την αντίληψη ότι και ένα
μεμονωμένο περιστατικό εκφοβισμού μπορεί να είναι επιβλαβές -όπως στην
περίπτωση του ηλεκτρονικού εκφοβισμού, όπου το επιβλαβές αναρτημένο
υλικό μπορεί να είναι ορατό για μεγάλη χρονική περίοδο (Slonje &
Smith, 2008• Slonje, et al., 2013). Σύμφωνα με τους Volk, Dane &
Marini (2014) προτείνεται ένας αναθεωρημένος ορισμός του σχολικού
εκφοβισμού, ο οποίος ορίζει τρία βασικά χαρακτηριστικά για την οροθέτηση
του φαινομένου: τη στοχευμένη συμπεριφορά, την ανισορροπία δύναμης και
την πρόκληση βλάβης των θυμάτων. Παραλείπεται λοιπόν, η έννοια της
επανάληψης και τονίζεται το στοιχείο της στοχευμένης (goal oriented) και
όχι απλά σκόπιμης (intentional) εχθρικής ενέργειας, δηλώνοντας με αυτόν
τον τρόπο τη στενή διασύνδεση του φαινομένου με την προληπτική
(proactive) παρά με την αντιδραστική (reactive) επιθετικότητα (Volk, et
al., 2014). Στον αναθεωρημένο ορισμό του σχολικού εκφοβισμού διαφαίνεται
και η σημασία της ανισορροπίας δύναμης ως καθοριστικός παράγοντας στη
διαμόρφωση αποτελεσματικών παρεμβάσεων κατά της σχολικής βίας.
Επιπλέον, ο σχολικός εκφοβισμός αποτελεί ένα ομαδικό φαινόμενο, εφόσον δεν αφορά μόνο στον/στους μαθητή/ές που εκφοβίζουν και σε εκείνον/ους που εκφοβίζονται αλλά και σε όσους τυγχάνει να είναι παρόντες σε αυτά τα περιστατικά, δηλαδή στους παρατηρητές, ή ακόμα και σε αυτούς που δεν είναι παρόντες αλλά γνωρίζουν ότι συμβαίνουν αυτά τα επαναλαμβανόμενα περιστατικά αρνητικών πράξεων, οι οποίοι μπορεί να είναι μαθητές αλλά και ενήλικες, όπως εκπαιδευτικοί ή άλλοι εργαζόμενοι στη σχολική μονάδα ή ακόμα και γονείς.Έτσι προσδιορίζεται ότι στο φαινόμενο του bullying εμπλέκονται πολλά μέρη, όπως:
- Ο θύτης (ο μαθητής ή ομάδα μαθητών που ασκεί εκφοβισμό)
- Το θύμα (ο μαθητής που δέχεται εκφοβισμό)
- Τα παιδιά θεατές
- Οι εκπαιδευτικοί ή άλλο προσωπικό της σχολικής μονάδας
- Οι γονείς
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να γενικεύσουμε ότι ο όρος σχολική βία και
εκφοβισμός χρησιμοποιείται για να περιγράψει μια κατάσταση κατά την
οποία εκτελείται στοχευμένη και απρόκλητη βία και επιθετική συμπεριφορά
με σκοπό την επιβολή, την καταδυνάστευση και την πρόκληση σωματικού και
ψυχικού πόνου σε συμμαθητές από συμμαθητές τους, στο πλαίσιο μιας
διαπροσωπικής σχέσης που χαρακτηρίζεται από δυσαναλογία εξουσίας, εντός
και εκτός σχολείου.Μέσα σε αυτήν την κατάσταση οι θύτες συχνά
χαρακτηρίζονται ως «οι ισχυροί» οι οποίοι αισθάνονται ότι θα αντλήσουν
μέσα από αυτές τους τις πράξεις κάποιο όφελος, όπως
ευχαρίστηση, κύρος ή ακόμα και υλικές απολαβές, ενώ τα θύματα κατέχουν
τη θέση του «αδύναμου» αποδέκτη των βίαιων αυτών επιθέσεων μην μπορώντας
να προστατέψουν με ουσιαστικό και ριζικό τρόπο τον εαυτό τους.
Μελέτη περίπτωσης
Συγκλονιστικές μαρτυρίες για τη βία και τον τρόμo στα σχολεία[2]
Ο Γ., μαθητής Γ' Γυμνασίου περιγράφει πως ο ίδιος έπεσε θύμα σχολικής βίας, αλλά και πώς αργότερα έγινε ο ίδιος θύτης. Στα 6 του χρόνια από ατύχημα, έχασε το μάτι του, κάτι που τον έκανε «εύκολο στόχο» στο σχολείο.
-Έχεις πέσει ποτέ θύμα λεκτικής ή σωματικής βίας στο σχολείο;
-Πάρα πολλές φορές. Με κορόιδευαν για το μάτι μου παιδιά από άλλα τμήματα.
-Πες μου ένα περιστατικό που θυμάσαι έντονα.
-Στο δημοτικό με κορόιδευαν την πρώτη χρονιά όταν είχα πάει στο σχολείο,
επειδή δεν με ήξεραν. Στην Ε' δημοτικού, ήταν ένα παιδί από το άλλο
τμήμα που με έλεγε τυφλοπόντικα όλη την ώρα και με στενοχωρούσε πολύ, με
φώναζε έτσι κάθε μέρα και μπροστά στα κορίτσια και στους φίλους μου.
-Εσύ πώς αντέδρασες;
-Τον έβρισα και καταλήξαμε να παίξουμε ξύλο. Μετά αυτός σταμάτησε, αφού
μας πήγανε στο γραφείο. Τον μάλωσαν γιατί δεν ήμουν μόνο εγώ. Κορόιδευε
και άλλα παιδιά. Ένα παιδί από την ΣΤ' δημοτικού το έλεγε χοντρό όλη την
ώρα.
-Το είπες στους γονείς σου αυτό που συνέβαινε τότε;
-Όχι. Δεν είχα πει τίποτα ούτε στη μάνα μου, ούτε στον πατέρα μου. Δεν
ήθελα να το μάθουν. Δεν ήθελα να γίνει ιστορία αυτό το πράγμα. Καμιά
φορά δεν είναι καλό να καθαρίζεις μόνος σου και να φτάνεις στο ξύλο,
αλλά εντάξει.
-Οι δάσκαλοί σου τι είχαν κάνει;
-Ούτε σε αυτούς είχα πει τίποτα και όταν καταλήξαμε στο γραφείο μού
έβαλαν τις φωνές γιατί δεν το είπα και φτάσαμε στο ξύλο. Τελικά το
έδιωξαν το παιδί γιατί είχε πλακωθεί και με άλλα παιδιά εκείνη τη
χρονιά.
-Παρέες,φίλους είχες κανονικά, δεν είχες ποτέ πρόβλημα;
-Όχι. Κανένα πρόβλημα.
-Εσύ έχεις κάνει κάτι αντίστοιχο με αυτό που σου έκανε εκείνο το παιδί; Έχεις πειράξει κάποιον;
-Πέρσι στη Β' Γυμνασίου, ένα παιδί από την άλλη τάξη, ήταν χοντρούλης
και κοντούλης και με τους φίλους μου τον κοροϊδεύαμε. Τον λέγαμε χοντρό.
-Αυτός πώς αντιδρούσε;
-Αυτός στενοχωριότανε και το είπε στον γυμνασιάρχη.
-Ο γυμνασιάρχης τι έκανε;
-Ο διευθυντής την πρώτη φορά, μας φώναξε στο γραφείο και μας είπε να μη
του το ξανακάνουμε, αλλά εμείς συνεχίσαμε και τις επόμενες φορές που τον
πειράξαμε δεν ξαναπήγε στον διευθυντή.
-Αφού εσένα σε είχαν πειράξει και ξέρεις πώς είναι, γιατί μετά έκανες το ίδιο σε άλλα παιδιά;
-Δεν είναι πολύ δύσκολο. Δεν το σκέφτεσαι εκείνη την ώρα που το κάνεις.
Μπορεί μετά να το σκεφτείς, αλλά την ώρα που το κάνεις όχι. Είναι σαν το
ξύλο. Δεν το σκέφτεσαι, αντιδράς με τα νεύρα σου.
-Το παιδί που πειράζετε κάνει παρέες στο σχολείο ή είναι μοναχικός;
-Κάνει παρέες. Είχε μείνει πέρσι και κάνει παρέα με παιδιά εξίσου σαν και αυτόν.
-Δηλαδή;Τι εννοείς εξίσου;
-Είναι και αυτά χοντρά και τους κοροϊδεύουν τα άλλα παιδιά από την τάξη τους και κάνουν παρέα όλοι μαζί.
-Μου λες ότι υπάρχουν παιδιά που κάνουν παρέα μεταξύ τους και όχι με εσάς, λόγω του βάρους τους;
-Ναι. Και οι ξένοι είναι απομονωμένοι. Έχουμε στο σχολείο μερικά παιδιά
που είναι από την Αλβανία και τη Ρουμανία και κανένας δεν τα κάνει παρέα
γιατί είναι ξένα.
-Δεν τα κάνουν παρέα επειδή δεν μιλάνε καλά τη γλώσσα;
-Όχι μια χαρά μιλάνε, αλλά επειδή είναι ξένα δεν τα κάνει κανείς παρέα και κάνουν μόνο μεταξύ τους.
-Γνωρίζεις ότι υπάρχουν τηλεφωνικές γραμμές όπου μπορείς αν δεχθείς βία στο σχολείο να ζητήσεις βοήθεια;
-Στην τηλεόραση το έχω δει. Πιστεύω όμως ότι τα πιο πολλά παιδιά δεν παίρνουν τηλέφωνο γιατί φοβούνται.
-Αυτά τα παιδιά που τα κοροϊδεύουν και είναι μόνα τους, το έχουν πει στους δικούς τους; Έχει έρθει κάποιος γονιός στο σχολείο;
-Ποτέ,ποτέ. Ούτε στους καθηγητές το έχουν πει. Δεν έχει γίνει ποτέ ζήτημα. Πολλά παιδιά φοβούνται να μιλήσουν. Αν πει κάποιο παιδί κάτι και αυτόν που τον πείραξε τον διώξουν από το σχολείο, μετά μπορεί να τον βαρέσει. Τα περισσότερα παιδιά φοβούνται, δεν ντρέπονται.>
[1]Παρόλο που στο υλικό χρησιμοποιούνται οι όροι «θύτης» και «θύμα», όπως και στην ελληνική και τη διεθνή βιβλιογραφία, συστήνεται στους εκπαιδευτικούς να μην χρησιμοποιούνται ως «ταμπέλες» στο σχολικό περιβάλλον, καθότι πρόκειται για αρνητικά φορτισμένους όρους, οι οποίοι επηρεάζουν την αυτό-εικόνα των μαθητών. Ως πιο δόκιμοι όροι συστήνονται «ο μαθητής που ασκεί εκφοβισμό» και «ο μαθητής που δέχεται εκφοβισμό».
[2]Πηγή: NEWS 247 (2012). Επιμέλεια: Φώτης Νάκος, Μάνος Χωριανόπουλος.http://news247.gr/eidiseis/koinonia/sygklonistikes_martyries_gia_th_via_kai_ton_tromo_sta_sxoleia.2025984.html